Новогреческий словарь
απέθαντος
απέθαντ|ος
бессмертный, вечный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
бессмертный
? —
απέθαντος
как на
(ново)греческом
будет слово
вечный
? —
απέθαντος
как с
(ново)греческого
переводится слово
απέθαντος
? — бессмертный, вечный
#
(ново)греческий словарь
—
ξεψυχιάζω
—
παντογνώστης
—
αγριοθώρημα
—
γαιανθρακοφόρος
—
μπαμπάκι
—
πολυγαλακτία
—
στρατονόμος
—
αραιόμετρο
—
μάζω
—
αλημέριαστος
—
σαρκική
—
κοτόρυξις (-εως)
—
ψυχαναγκάζω
—
δενδρόεις
—
αναχορηγήτρια
—
αυτοπρόσωπος
—
κουσκουσουριά
—
αεριστήριος
—
γαιόσακκος
—
αλλαξοθωριάζω
—
σταμνάς
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве