|
метеорный; ~ά φαινόμενα — атмосферные явления; ~ λίθος — метеорит #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово метеорный? — μετεωρικός как с (ново)греческого переводится слово μετεωρικός? — метеорный — εξακοσιοστός — νηπιοκομία — πείθομαι — πρόλογος — παρμάρα — ανασκάπτω — ζουρλά — κασμάς — κρεμάζω — μελανοχίτων — επίνοια — μπατήρης — έρμαιο — ξυούμαι — αιγοβοσκός — ακαταμέτρητος — οχτακοσιοστός — εγκόσμιος — επιβοηθητικός — κακοδιοίκητος — ακροβολώ |
|||