Новогреческий словарь
απελευθερώνομαι
απελευθερώνομαι
освобождаться; избавляться
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
освобождаться
? —
απελευθερώνομαι
как на
(ново)греческом
будет слово
избавляться
? —
απελευθερώνομαι
как с
(ново)греческого
переводится слово
απελευθερώνομαι
? — освобождаться, избавляться
#
(ново)греческий словарь
—
γυναικοθήρας
—
μαρμαρένιος
—
βυρσοδεψείον
—
πυροβολικός
—
κόσμος
—
κυκλοφορικός
—
μεταλλοξείδιο
—
γεροντόπιασμα
—
αιματοκρίτης
—
εγκωμιαστικός
—
αστροφυσική
—
γιαγκίνι
—
συννοσηρότητα
—
ευαισθητοποίηση
—
κτείνω
—
χουβορνταλίκι
—
γραφογνώστης
—
ασύνταχτος
—
αστόχημα
—
φρένα
—
εντράτα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве