Новогреческий словарь
καταδολίευση
καταδολίευση
(-εως) η
обман; объегоривание
(прост.);
~ του νόμου — обход закона
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
обман
? —
καταδολίευση
как на
(ново)греческом
будет слово
объегоривание
? —
καταδολίευση
как с
(ново)греческого
переводится слово
καταδολίευση
? — обман, объегоривание
#
(ново)греческий словарь
—
καλπάζων
—
διαβόλογυναίκα
—
βατσίνα
—
μαμούρης
—
αδιπλάρωτος
—
ευκλείζω
—
κεκτημένος
—
χαμάμι
—
αντιρραχιτικός
—
κοκετάρομαι
—
αμαρκάλιστος
—
καταυγάζω
—
άχνη
—
δεματιάρης
—
λευκόσημον
—
γκαριστής
—
σταλικώνω
—
φωτίτσα
—
αθωράκίστος
—
τονούμενος
—
ακροβολιστικά
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве