|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πενηντάρικος? — — ανακαλιούμαι — μπεκροκανάτα — σκηνογραφικός — καταναλωμένος — δενδροκομικός — θυμίαση — γυμνοποδία — ασπαστός — φαρδιά — ύττριο — φωνασκός — εγερτήριο — γραπτός — ερωτιάρα — εραλδικός — χαλασμένος — υπερχρονισμός — αγγάρεμα — λαιμητόμος — εξαλείφω — υλοποιώ |
|||