Новогреческий словарь
μητρομανής
μητρομαν|ής
η
нимфоманка
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
нимфоманка
? —
μητρομανής
как с
(ново)греческого
переводится слово
μητρομανής
? — нимфоманка
#
(ново)греческий словарь
—
γουρνάρτις
—
απερίθαλπτος
—
επιδεινώνω
—
καταιγιδοφόρος
—
τριγωνίζω
—
διακούω
—
ανεμοσάλεμα
—
πελεκάνος
—
δερνοκοπιέμαι
—
κομμός
—
γυμνοπόδαρος
—
καμπάνισμα
—
αναγλυτσάζω
—
σχολικός
—
αποκαρδιωτικά
—
μακροβούτι
—
αναδρομικά
—
τί
—
απλόχερος
—
δραματολογικός
—
γνωμοδοσία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве