Новогреческий словарь
εμάνην
εμάνην
αόρ. от μαίνομαι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
εμάνην
? —
#
(ново)греческий словарь
—
βυζάνω
—
προύχοντας
—
οινολογικώς
—
χιλιογαμημένος
—
πεισματώδης
—
αρσενικό
—
αλώσιμος
—
χρωμογόνος
—
αθεΐα
—
βάσιμο
—
κωλοσφούγγι
—
αφοδεύω
—
ημιδιώροφος
—
διαλαλητής
—
άοριστα
—
διχτυάρικο
—
γλύκυσμα
—
κόσμος
—
διακοσιετηρίδα
—
ανήφορος
—
πολυβόλο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве