|
ο казак #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово казак? — κοζάκος как с (ново)греческого переводится слово κοζάκος? — казак — μονωτικός — μυθοπλαστία — πετεινοκαύκαλος — ρέμπελος — νοσηρά — ψηλοκρατιουμαι — καλομαθαίνω — ιώδης — συμπολίτης — ασθενής — κολοβός — παρλαμέντο — εισορμίζω — κατευθύνω — ά-ά!! — αποκενώνω — καθωσπρέπει — εξωδερμικός — ξεμαγεύω — ίσος — φιγουράρω |
|||