Новогреческий словарь
εκλαμπρότατος
εκλαμπρότατ|ος
сиятельный
(титул);
~ε άρχων! — [phrase]ваше сиятельство![/phrase]
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
сиятельный
? —
εκλαμπρότατος
как с
(ново)греческого
переводится слово
εκλαμπρότατος
? — сиятельный
#
(ново)греческий словарь
—
πρωτοπορεία
—
ανέγερση
—
ντροπαλός
—
διαφορικό
—
βασανίτης
—
κατειλημμένος
—
Ιουδαίος
—
έψιλον
—
αγοράζω
—
ξανθοκόκκινος
—
χηβάδα
—
θρυμματίζω
—
μοιχεύομαι
—
γλυκόφωνος
—
ξώφαλσα
—
ελαιογραφικός
—
λίγκα
—
αβουλία
—
εύκαιρος
—
λουστραρισμένος
—
βαλσαμίτις
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве