Новогреческий словарь
μαρμαρυγιακός
μαρμαρυγιακός
слюдистый
;
~ σχιστόλιθος — слюдистый сланец
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
слюдистый
? —
μαρμαρυγιακός
как с
(ново)греческого
переводится слово
μαρμαρυγιακός
? — слюдистый
#
(ново)греческий словарь
—
ανάκραγμα
—
δεκαοχταετία
—
εικονόδουλος
—
συμπαραστέκομαι
—
αυτοαποκάλυψη
—
αντίστρεκτος
—
ζυθοποιία
—
κσσσιτερουργός
—
φιλαλήθεια
—
λιθίαση
—
νταβραντισμένος
—
αφοσιωμένος
—
χοντρομάγουλος
—
αξαδέρφισσα
—
φιλελληνικός
—
επίσαξη
—
εύδρομος
—
τομαράς
—
ηλεκτροδότηση
—
ηρώϊσσα
—
πανεπιστήμων
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве