|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово οργασμικός? — — ξεβγάζω — δυάρα — αναβλητικός — καθετηριάζω — έλκω — αφέψηση — εκβαθύνω — σαπουνάδα — σερενάδα — ορθοτροπισμός — εξωκυττάριος — κοντοφάρδουλος — ευνοούμαι — βρωμόγερος — βαριοθυμιά — ενόστωσις — πλατύσκαλο — ιππέμπορος — μαλθακός — γουργούρι — παραθυράκι |
|||