Новогреческий словарь
στακκάτο
στακκάτο
το муз.
стаккато
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
стаккато
? —
στακκάτο
как с
(ново)греческого
переводится слово
στακκάτο
? — стаккато
#
(ново)греческий словарь
—
βιβλιοκριτικός
—
σπασμολυτικός
—
καθρεφτάς
—
φαγώσιμα
—
λυκότρυπα
—
σεργιάνισμα
—
κωλυσιεργία
—
προτσές
—
γιαπωνέζικος
—
ακαμάκιαστος
—
σακάς
—
βρομόκαιρος
—
στοιχειωδώς
—
κονιοποίηση
—
καρεκλοκένταυρος
—
αλευροσάκκι
—
ολκή
—
θνήσκω
—
ακοομέτρης
—
εκφόβηση
—
οστεωδυνικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве