|
το шагомер #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово шагомер? — βηματόμετρον как с (ново)греческого переводится слово βηματόμετρον? — шагомер — ξίδι — συνταξιοδοτικός — αντιδημοτικότητα — άλειωτος — εξοφλητέος — σπεκουλάτσια — αντιδικία — ονοματίζομαι — σακκιά — αποκαίγω — υποδαυλίζοντας — πεδιάδα — πευκόδασο — θραυστήρας — όξυνση — βερολινέζικος — ταχύνω — πέπρωται — αντιδάκτυλος — γύψ — συνταγογραφώ |
|||