|
шестичасовой #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово шестичасовой? — εξάωρος как с (ново)греческого переводится слово εξάωρος? — шестичасовой — λιποθυμώ — κοκκύζω — κωβώνι — σκολόπαξ — πριγκίπισσα — κλάση — στερνά — αλαφρός — ακέρδευτος — αντιφάρμακο — δεντρωμένος — άνθραξ — τρεμουλιάρης — κανναβάτσα — κουνάω — διατρέφω — ιησουιτισμός — πουλαδίτσα — τσαμπουκαλίδικα — λινοτύπης — δυτικός |
|||