Новогреческий словарь
αγλέουρας
αγλέουρας
ο
молочай
;
===
νά βγάλεις τόν ~α! — [phrase]заткни глотку!, замолчи![/phrase]
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
молочай
? —
αγλέουρας
как с
(ново)греческого
переводится слово
αγλέουρας
? — молочай
#
(ново)греческий словарь
—
ποινικός
—
ηλεκτρικό δυναμικό
—
ανθότυρο
—
βρομίζω
—
γλυκοφίλητος
—
πανικοβάλλομαι
—
βλαστικός
—
αμαυροφανής
—
συρροή
—
γλωσσοκοπώ
—
κολοκοτρωνέϊκος
—
αγκαλιά
—
εντατικότητα
—
αμπελουργική
—
ιπποτροφία
—
διαφορετικά
—
εθνικοσοσιαλίστρια
—
βρουβοβλάσταρο
—
ξενοκοιμούμαι
—
απεικαστό
—
άσκιος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве