|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πανηγυρικά? — — χρύσωση — ιατροσόφι — αυτοκατάκριτος — κατάκρυος — διακόρευση — πεδούκλωμα — χειρούργος — εγκαταριθμώ — υπομιμνήσκω — τηλεβόλο — ξαστοχώ — οφείλομαι — αβούλητος — ώκιμον — τηγανίζομαι — αυθαδώς — εγκράτεια — βοηθός — ανυπομονία — καραμελλάς — βρακάκι |
|||