|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μπουκέτο? — — οινεμπόριον — λάλος — ευσυνείδητος — τσορματζής — μυθολογία — ανισομερής — όμορος — αχρήστευση — τσάμικος — κατουρημένα — κουραστικά — κερατώνω — αναγοριά — αυτοεπιβολή — κέρας — επιτοχής — υμνολογώ — κατοπινάρι — χαφιεδισμός — δυϊστής — εξώνησις |
|||