Новогреческий словарь
συνδικάτο
συνδικάτο
το 1)
профсоюз
;
2)
синдикат
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
профсоюз
? —
συνδικάτο
как на
(ново)греческом
будет слово
синдикат
? —
συνδικάτο
как с
(ново)греческого
переводится слово
συνδικάτο
? — профсоюз, синдикат
#
(ново)греческий словарь
—
επίκαμψις
—
δρακόντι
—
σπιρτοθήκη
—
ξαναμωραμένος
—
γραμμόφωνο
—
ιλυόλουτρον
—
μεμονωμένος
—
κοιμήσικα
—
αυτοκόλλητος
—
ριζοτόμος
—
καλύτερα
—
επίστρωμα
—
καλαμπουρίστρια
—
μπιρμπιλομάτα
—
δεσμώτηριον
—
διαπεταννύω
—
αγαθόφρων
—
καλονυχτώνει
—
ανθογυάλι
—
εκπετάλωση
—
οίηση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве