Новогреческий словарь
αιδοιολείκτης
αιδοιολείκτης
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
αιδοιολείκτης
? —
#
(ново)греческий словарь
—
δακρυαγωγός
—
αποναρκώνω
—
αραιόσκιος
—
ευδαίμονας
—
χασμώμαι
—
μανόλια
—
σπεδίζω
—
κονίαση
—
φαλιρημένος
—
ψιχαλίζει
—
ανθώ
—
καλομαθημένος
—
αρραγής
—
επείγομαι
—
αναντρανίζω
—
δερμίτις
—
νυχτοκόπος
—
χιονιάς
—
πολυπύρηνος
—
παρανάλωμα
—
εύθυμος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве