Новогреческий словарь
αυτομουντζώνομαι
αυτομουντζώνομαι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
αυτομουντζώνομαι
? —
#
(ново)греческий словарь
—
απειρότεχνος
—
κουτσούλισμα
—
ατμοδυναμικός
—
δεκατόμετρο
—
αναδιπλασιασμός
—
τραμπαλίζομαι
—
αποκεντρωτικός
—
παρανοήσιμος
—
παρηχητικός
—
απόθεμα
—
αχυλιά
—
μοιράζομαι
—
μαστορική
—
ερχόμενος
—
γουργάρα
—
περιπαθής
—
υπερευαίσθητος
—
ανύπανδρος
—
συνθετήριο
—
γκριζομάτης
—
ψοφοδεής
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве