Новогреческий словарь
αποσαρώνω
αποσαρώνω
мести, подметать
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
мести
? —
αποσαρώνω
как на
(ново)греческом
будет слово
подметать
? —
αποσαρώνω
как с
(ново)греческого
переводится слово
αποσαρώνω
? — мести, подметать
#
(ново)греческий словарь
—
αυγατίζω
—
ζωοτομικός
—
εμπύρετος
—
ακονίαστος
—
εμπορευματοκιβώτιο
—
καρδαμωμένος
—
λαδέμπορος
—
εξονύχιση
—
οικειοποίηση
—
προδότης
—
διαβασμένος
—
επιτήρηση
—
νυχτώνομαι
—
αυτογέννητος
—
φτιάση
—
αυλακώνω
—
μοιχεύομαι
—
πιεστήριο
—
συσταχωμένος
—
εμποροπάζαρο
—
φακορυζόσουπα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве