|
за спиной; из-за угла; ~ο χτύπημα — удар в спину #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово за спиной? — πισώπλατος как на (ново)греческом будет слово из-за угла? — πισώπλατος как с (ново)греческого переводится слово πισώπλατος? — за спиной, из-за угла — ιαματικότητα — χολόρροια — ιριδισμός — ψυχοπαραδέρνω — Σωτήριος — ψιλοστόμαχος — δειλιώ — φυσούνα — μαλακοκεφτές — νεφραλγία — συνομολόγηση — δροσοπάχνη — οστέωμα — κανακεύομαι — κωφότητα — εσείς — δίλογος — εντοίχιση — κουτσούνα — πεισμάτωμα — ξυλοπέδιλο |
|||