|
ο, η славист #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово славист? — σλαυολόγος как с (ново)греческого переводится слово σλαυολόγος? — славист — αλειμματένιος — απροσχημάτιστος — δικαιολογία — αντίλαμπρο — αστεροειδώς — ψίτ — ήρθην — διοφθαλμικός — μετρικά — σταδιομέτρηση — υποψία — επαινετικός — ξενοιασιά — επαχθής — χουμικός — χεροπόδαρα — φελλιάζω — πυρογραφικός — μπηχτός — ξενογαμία — μοντεράτο |
|||