|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αρυμοτόμητος? — — κετόναι — απόρημα — φόντο — υπομισθώνω — τσέ-τσέ — αρχετυπικά — παρεξηγήσιμος — χουχουλιάζω — αρίθμημα — απαραγνώριστος — λατινίζω — κλισιάς — μυτιλοτροφία — κατακαμένος — τροχιστής — σχοινιοειδής — αγγειοχειρουργική — άλτ! — κάμπτομαι — γκλίτσα — υποστατός |
|||