Новогреческий словарь
καιροσκόπος
καιροσκόπ|ος
ο, η
конъюнктурщик
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
конъюнктурщик
? —
καιροσκόπος
как с
(ново)греческого
переводится слово
καιροσκόπος
? — конъюнктурщик
#
(ново)греческий словарь
—
μελάς
—
οδοιπορώ
—
στέγασμα
—
οβελιστέος
—
ασχημόλογο
—
μελανισμός
—
ηλικιώνομαι
—
μενταγιόν
—
γαστραλγία
—
λεβεντόγερος
—
αναφωνήτρια
—
σταδία
—
θεοκρατία
—
ηλιόφωτος
—
νταμαρτζής
—
εφιστώμαι
—
βατροχοειδή
—
ρεφορμίστρια
—
υποδούλωση
—
αμασκάλη
—
χελωνιάρης
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве