Новогреческий словарь
πολύκαρπος
πολύκαρπ|ος
плодоносный, плодородный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
плодоносный
? —
πολύκαρπος
как на
(ново)греческом
будет слово
плодородный
? —
πολύκαρπος
как с
(ново)греческого
переводится слово
πολύκαρπος
? — плодоносный, плодородный
#
(ново)греческий словарь
—
βαμβακερά
—
ελαφρόγιομος
—
κολλιαντζιάρης
—
μαλαϊκός
—
λουβιάρης
—
ηλιαστήριο
—
μυριάμετρο
—
ξεμπρόστιασμα
—
ανάπιωμα
—
ανισοκατανομή
—
πρωτοστατώ
—
ενδυνάμωση
—
δούλωσις
—
ξεκρέμαστος
—
οχληρότητα
—
καταμέτρηση
—
αχώρεγος
—
γνωστικό
—
θεριεύω
—
σαλιαρίστρα
—
τοματόζουμο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве