|
(-εως) η мор. стояние на двух якорях #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово стояние на двух якорях? — αμφιδέτησις как с (ново)греческого переводится слово αμφιδέτησις? — стояние на двух якорях — παιδολογικός — λασπολογία — ξανθοκόκκινος — αποφυλακίζω — λειτουργικότητα — σφυγμογραφία — διοχετεύσνμος — καταπόρφυρος — φαύλος — οξύγλυκος — Δεύτερονόμιον — λεπτόδερμος — κακώς — μαχμουρλίκι — χταπόδι — νησώδης — υδρόνεφρον — ασκοτίδιαστος — αχάρητος — συμπτωματολογικός — πουτανιάρης |
|||