|
η табакерка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово табакерка? — ταμπακέρα как с (ново)греческого переводится слово ταμπακέρα? — табакерка — αγόρασμα — μαλακωσύνη — αλίευσις — στερεύομαι — κόριζα — αρμένισμα — ιοειδής — ουζομεζές — παρασπόνδησις — συγκυρία — σωληνώδης — δίδραχμο — ωκυτόκος — δεντρήσιος — συνεχιστής — παραφύσι — εσύ — περικνήμιον — ζαλιάρης — πικροκαρδίζω — χημικοθεραπεία |
|||