Новогреческий словарь
ιδρωτοποιός
ιδρωτοποιός
анат.
потовой
;
~οί αδένες — потовые железы
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
потовой
? —
ιδρωτοποιός
как с
(ново)греческого
переводится слово
ιδρωτοποιός
? — потовой
#
(ново)греческий словарь
—
αφεντικός
—
καμαριέρα
—
μυελός
—
υπεραίρω
—
θωπεία
—
μεσοκαιρίτης
—
βρυσούλα
—
στείρος
—
ανεπιφύλακτα
—
διαταραχή
—
σπονδυλωτά
—
ταχυδακτυλουργός
—
σίκαλη
—
καπνοκαλλιέργεια
—
χαρτόμουτρο
—
κώλος
—
μόλα
—
χειροβολίδα
—
ανεπιβούλευτος
—
πεταλούδα
—
αγγελοσκιάζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве