Новогреческий словарь
θεοκρατικός
θεοκρατικός
теократический
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
теократический
? —
θεοκρατικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
θεοκρατικός
? — теократический
#
(ново)греческий словарь
—
αποδεπά
—
λαμνοκωπώ
—
κατακλέφτω
—
δεσποτικώς
—
άτρυτος
—
σπονδυλοαρθρίτιδα
—
ανάβολος
—
μαύρισμα
—
παλάντζα
—
επανωκαλύμμαυχο
—
βιβλιοπαραγωγή
—
απειρώνυμος
—
ντιέζ
—
καταπληκτικά
—
αυτοανακηρυσσόμενος
—
μαγειρική
—
απόβροχα
—
κοσμοκρατορία
—
υποκλέπτω
—
πέρκωμα
—
διαμέσον
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве