|
гидрографический #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово гидрографический? — υδρογραφικός как с (ново)греческого переводится слово υδρογραφικός? — гидрографический — ανεξόπλιστος — σκαμπίλι — εκχλόωση — ακαριαίως — προεξοχή — σφαιροειδής — σκλήρωμα — σπερματέγχυση — ακούρνιαχτος — εντροπαλότητα — νάζι — αστεροειδώς — πηροποδία — τσουβαλάκι — καραβάρα — σάχλα — ξύνομαι — αλύμαντος — τεσσαρακονθήμερο — διαμονητήριο — ντράγκα |
|||