|
το лев #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово лев? — λεοντάρι как с (ново)греческого переводится слово λεοντάρι? — лев — αστοχιά — ανθρωπάριον — σαγματοπωλείο — αρχιθησαυροφύλακας — αυτοθαυμάζομαι — πεζεβέγκισσα — δημοκρατικά — ανοιχτοκαρδίζω — διακαινήσιμος — βιράρω — αζευγάριστος — γυρώνω — αρχιεροσύνη — αστόχαστα — αποστομωτικός — δενδρογαλή — κακογαμημένος — εξυπνακίστικος — μερσίνη — κυπρί — παινούμαι |
|||