Новогреческий словарь
κατοικισμός
κατοικισμός
ο
обитание, проживание
(где-л.)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
обитание
? —
κατοικισμός
как на
(ново)греческом
будет слово
проживание
? —
κατοικισμός
как с
(ново)греческого
переводится слово
κατοικισμός
? — обитание, проживание
#
(ново)греческий словарь
—
παραβάλλομαι
—
ανίκανος
—
καντηλιέρι
—
αυτενέργεια
—
χέζου
—
αχίλλειος
—
αχυρόπλινθος
—
πρόσρηση
—
μπακαλιαράκι
—
ξεκουφαίνω
—
προθερμαντήρας
—
τεμενάς
—
αρχαιόφιλος
—
διερώτηση
—
μαθητιώ
—
προειδοποιούμαι
—
ισπανόφιλος
—
συμβιβαστικός
—
αγκιναρόσουπα
—
δικαιολογημένος
—
εντερεκτασία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве