Новогреческий словарь
μικρομύκης
μικρομύκης
(-ητος) ο бакт.
грибок
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
грибок
? —
μικρομύκης
как с
(ново)греческого
переводится слово
μικρομύκης
? — грибок
#
(ново)греческий словарь
—
μαμμόθρεπτος
—
ενενηκοστόν
—
αμετανόητος
—
αποσογκεντρώνω
—
ενήγαγα
—
άγιασμα
—
καταδολιευτικός
—
σμαράγδινος
—
άνομα
—
παραμίλημα
—
λευίτης
—
Αυστριακός
—
μυροποιείο
—
μαρτυριάτικο
—
εχτύπωση
—
ισοχρονισμός
—
αισιοδοξώ
—
προτιμάω
—
δόγισσα
—
ξαναφέρνω
—
αναζωπυρώ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве