Новогреческий словарь
υπερλίπωση
υπερλίπωση
η мед.
ожирение
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
ожирение
? —
υπερλίπωση
как с
(ново)греческого
переводится слово
υπερλίπωση
? — ожирение
#
(ново)греческий словарь
—
αμηχανία
—
βυκάνη
—
τές
—
καταπίεση
—
αναφομοίωτος
—
βλαβερά
—
έμ
—
Κύπριος
—
λαχανάλμη
—
κλύφι
—
υπογάστριο
—
διάνοια
—
δυσαναλογία
—
βραχυπρόθεσμα
—
αγέννητος
—
δηλωτικό
—
οστρεοκομείο
—
νανοσωλήνα
—
αφαλοκόβω
—
πρωτοτυπώ
—
νήμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве