|
ο жаворонок #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово жаворонок? — σκορδιαλός как с (ново)греческого переводится слово σκορδιαλός? — жаворонок — ηδύς — τριολέτο — απόδειξη — λεβέντισσα — ομβριος — παγανιά — ετάθην — ωκυτόκιος — Ισπανός — μεστωμένος — φλεβικός — κρεοφάγος — χρωμόσωμα — κυνηγάρης — γαϊτανοφρύδης — δισκοπρίονο — βαγόνι — περίγραπτος — χυμευτός — επείγων — ραντιέρικος |
|||