Новогреческий словарь
πετροπέρδικα
πετροπέρδικα
η
куропатка греческая
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
куропатка греческая
? —
πετροπέρδικα
как с
(ново)греческого
переводится слово
πετροπέρδικα
? — куропатка греческая
#
(ново)греческий словарь
—
φυτοζωώ
—
εξακοσιάκις
—
πατρωνεύω
—
Χριστιανός
—
αναδραστηριοποίηση
—
εγκεχυμένος
—
διαχώρισμα
—
σουτζούκι
—
ξεβούλωτος
—
μάλλον
—
κονιοποιώ
—
χηνοτροφία
—
οργανοταξία
—
καλαθιά
—
ολοκλήρωμα
—
ποτοπωλείο
—
χρεόλυτρο
—
ακρεοφάγος
—
οδόντωση
—
κληρώνω
—
λεβητοστάσιο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве