|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αποθαρρύνομαι? — — θαλάσσωμα — απροσαγόρευτος — ψαροβότανο — περιστολή — νοθεία — σαγηνευτικός — συγκρότηση — ανάσυρση — ξαποστένω — πορφυρίζω — παζάρεμα — καταζώστης — ευήκοος — φανοποιός — προσκοπικά — χαρτοβιβλιοπώλης — ρεπούμπλικα — χανιτζής — λωβιάζω — ντάμα — ελάττωση |
|||