Новогреческий словарь
νεογνολογικός
νεογνολογικός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
νεογνολογικός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ωϊμένα
—
κρησάρισμα
—
αϊτοφτέρουγος
—
τύφλωση
—
εξόπλιση
—
άφτρα
—
ασκορπιστός
—
δυσδιόρθωτος
—
χουφτώνω
—
διάστολας
—
σιτοπαραγωγικός
—
ξόδιασμα
—
φιλοτιμάω
—
βαρέλα
—
κοινοποιούμαι
—
αφιερώνομαι
—
διαβολόσπαρμα
—
βλαστογένεση
—
τσιρλώ
—
πυροβολάρχης
—
τέμενος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве