Новогреческий словарь
γυφτοκάλυβο
γυφτοκάλυβο
το 1)
хижина цыгана
;
2)
лачуга
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
хижина цыгана
? —
γυφτοκάλυβο
как на
(ново)греческом
будет слово
лачуга
? —
γυφτοκάλυβο
как с
(ново)греческого
переводится слово
γυφτοκάλυβο
? — хижина цыгана, лачуга
#
(ново)греческий словарь
—
ανεγκλιμάτιστος
—
φρικιώ
—
απέθανα
—
απόκρουση
—
καπνέμπορας
—
τζιτζιφιόγκος
—
κολοκάτσι
—
αντιπροεδρεύω
—
εγκεφαλισμός
—
επτάπλευρος
—
εγχείρηση
—
ριτσινόλαδο
—
κομματικότητα
—
άλιαστος
—
χρυσοκέντημα
—
σαυρίδι
—
σκαπτικός
—
εσωλέμβιος
—
ξενικός
—
βουλευτικό
—
αποφατικά
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве