Новогреческий словарь
ενδεκάς
ενδεκάς
(-άδος) η
одиннадцать
(штук и т. п.)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
одиннадцать
? —
ενδεκάς
как с
(ново)греческого
переводится слово
ενδεκάς
? — одиннадцать
#
(ново)греческий словарь
—
οστεοπόρωση
—
ανάπτυγμα
—
πουδράρισμα
—
εντεριώνη
—
ταραχώδης
—
λουκάνικο
—
βρυώδης
—
ανιμαλισμός
—
χρωματουργός
—
εγγεγραμμένος
—
ινώδες
—
καρυδόφυλλο
—
ανείδωτος
—
πολυχρόνιο
—
ορολόγος
—
σταχτοδοχείο
—
έφηβη
—
υπερβατός
—
σεντονάρα
—
αρρυτίδωτος
—
γυμνόσπερμος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве