Новогреческий словарь
φασματογράφος
φασματογράφ|ος
ο
спектрограф
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
спектрограф
? —
φασματογράφος
как с
(ново)греческого
переводится слово
φασματογράφος
? — спектрограф
#
(ново)греческий словарь
—
αστρόμετρο
—
κολπορραφή
—
αφραγκιά
—
αγριόχηνα
—
φλεβικός
—
ορφανεμένος
—
ξυρίχι
—
μαγνητοπυρίτης
—
ορνιθώνας
—
αγονάτιαστος
—
σίγμα
—
γοερότης
—
χρυσόπτερος
—
σωληνώνω
—
ωραιοπαθής
—
ξομολογιέμαι
—
θηρευτική
—
αντιλογήτικος
—
ξάσπρισμα
—
διαμελισμός
—
υποσκάζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве