Новогреческий словарь
εικονοποιός
εικονοποιός
ο
иконописец
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
иконописец
? —
εικονοποιός
как с
(ново)греческого
переводится слово
εικονοποιός
? — иконописец
#
(ново)греческий словарь
—
θρακικός
—
εμμηνορροϊκός
—
ατμοσφυρίχτρα
—
πέργουλα
—
έργ
—
αυτεμβόλιο
—
γκαβώνω
—
ραιβοσκελία
—
χασικλήδικο
—
οργοτόμος
—
ενυπογράφω
—
φυσιογνώμων
—
μέτζο
—
απαραμύθητος
—
αγγελοκρίνομαι
—
κοχλιοειδής
—
εντόπιση
—
στηθοσκοπώ
—
καλοζυγιάζω
—
αερόφρενο
—
σταθεροποιώ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве