|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μειοψηφών? — — ελάφρωση — στεγανοποίηση — γυμνασιαρχεία — λαχνός — μπακαλόχαρτο — χάος — αμαξοστάσιο — κορακάτος — μέθεξη — ανθιβόλιο — γραμματοσημοσυλλέκτρια — περίχυμα — νάρκα — βαλιτσάκι — γυναικείος — φριζάρω — δικολάβος — επιπωματικός — κλυδωνίζομαι — προσπέρασμα — μηλοπεπονιά |
|||