|
ничком #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ничком? — καταπίστομα как с (ново)греческого переводится слово καταπίστομα? — ничком — ζαρίφισσα — φίλημα — ψύχραιμος — νανοϋλικά — ωοφόρος — εικοσαήμερος — κολλητά — βάθαιμα — παινιέμαι — σίκ — χρωμοφάν — εύθυνση — ξινόμηλο — τιμή — γαλάχτισμα — άγγιαχτος — ναί — ξαρματώνω — οινοποίηση — γωνιόμετρο — πασπαλίζω |
|||