Новогреческий словарь
αμυλάλευρο
αμυλάλευρο
το
крахмал
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
крахмал
? —
αμυλάλευρο
как с
(ново)греческого
переводится слово
αμυλάλευρο
? — крахмал
#
(ново)греческий словарь
—
διακυβέρνηση
—
αρρωσταίνω
—
τριβείο
—
επικοινωνία
—
διοικών
—
επίθετος
—
ρόγα
—
αναχωματώνω
—
παραέχω
—
γρατσουνώ
—
ανθρακιά
—
εισπλέω
—
μοσχοβούτυρο
—
παιδιαρίσματα
—
ανέλκυση
—
θα
—
ακροδυνία
—
πατίνια
—
χρειάζομαι
—
σιτοφάγος
—
ηωάνθρωπος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве