|
η лупа #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово лупа? — λούπα как с (ново)греческого переводится слово λούπα? — лупа — ορμονικός — ολυμπιονίκης — πλατάγισμα — μεταποιημένος — τάχα — πολύβουος — αναπόδιαση — τρίμηνος — ξύλωση — πιθανολόγημα — πωματοκοχλίας — εξάρτια — γαστροσκόπία — χειράφετος — κοιλαράς — συγκαταλέγομαι — ιστιοραφίδα — χτένισμα — αρτήρας — κρυσταλλοειδής — απαθώς |
|||