Новогреческий словарь
παρατηρήτρια
παρατηρήτρια
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
παρατηρήτρια
? —
#
(ново)греческий словарь
—
γήρανση
—
ερωτοχτυπημένος
—
βαρεμένος
—
κοιμητηριακός
—
φερμπαλάς
—
βραδεία
—
σκιρώ
—
ύψωση
—
χοροδιδασκαλική
—
παραφορτωμένος
—
λιθογραφείο
—
λάσπη
—
παστουρμάς
—
ευλογιώ
—
ενυπνίασμός
—
γυναικοκρατία
—
διαπαρθένευση
—
ανεπιτήρητος
—
πευκιάς
—
απονεκρώνομαι
—
Λωτοφάγοι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве