Новогреческий словарь
φρυγείο
φρυγείο
το
горн
(доменной печи)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
горн
? —
φρυγείο
как с
(ново)греческого
переводится слово
φρυγείο
? — горн
#
(ново)греческий словарь
—
κατάρρευση
—
περιμετρικός
—
αμαξάδικο
—
μακρυχέρης
—
συμπέρασμα
—
άγγιαγμα
—
αχυρόπλεκτος
—
αναλώτρια
—
ώχου!
—
αντιβγαίνω
—
εκβολάς
—
ακουστικό
—
τσιλημπουρδίζω
—
μαεστρικός
—
πεταλώνω
—
αύλειος
—
ωτακουστής
—
φούμος
—
αναδίφηση
—
αλφαδολάστιχο
—
συνωδά
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве