|
кишащий микробами #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово кишащий микробами? — μικροβιοβριθής как с (ново)греческого переводится слово μικροβιοβριθής? — кишащий микробами — γρασίδι — ασακκούλιαστος — τρακαδόρος — χαρτοσακκούλα — αποκαρωμένος — εύποτος — ψιμυθιώνομαι — σίδερο — μεγαλέμπορας — εραλδική — λιγδιάρης — σουρντίζω — μετάλλινος — προαποβίωση — ξυλοκοπώ — ραντιστήρι — τρισκατάρατος — σκωροφαγωμένος — άτοπο — ιπποφάγος — σκυλόψυχος |
|||